[] Ετυμολογία
- ευεργέτης < ευεργετώ (= πράττω καλό).
[] Ουσιαστικό
ευεργέτης αρσενικό
- Ο φιλάνθρωπος, όποιος προσφέρει με ανιδιοτέλεια.
Από Βικιπαίδεια.
Μόνο... που μου φαίνεται... πως δεν υπάρχουν πια...εν έτει 2011!
Κι αν υπάρχουν, είναι πολλοί λίγοι.
Οι αναλογίες με το παρελθόν... έχουν αλλάξει πολύ!
Τι να φταίει, άραγε;
Το οικονομικό ή το πνεύμα;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου